επισυνάπτω

επισυνάπτω
(AM ἐπισυνάπτω) [συνάπτω]
προσθέτω, συνάπτω σε κάτι
νεοελλ.
1. συνδέω, προσαρτώ (και συνήθως κλείνω στον ίδιο φάκελο) έγγραφο, επιταγή, σημείωμα, σχέδιο κ.λπ. σε επιστολή, αίτηση ή διαβιβαστικό έγγραφο
2. υποβάλλω πιστοποιητικό, έγγραφο κ.λπ. συνημμένο σε αίτηση, επιστολή κ.λπ.
αρχ.-μσν.
1. συνάπτω μάχη, συγκρούομαι
2. ακολουθώ αμέσως, κατόπιν
αρχ.
κρεμώ κάτι από κάτι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • επισυνάπτω — επισυνάπτω, επισύναψα βλ. πίν. 213 Σημειώσεις: επισυνάπτω : απαντάται και η λόγια άτονη αύξηση (επεσύναπτα – επεσύναψα) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἐπισυνάπτω — join on pres subj act 1st sg ἐπισυνάπτω join on pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επισυνάπτω — επισύναψα, επισυνημμένος, μτβ., συνάπτω κάτι σε κάτι, προσαρτώ, και ιδίως αποστέλλω κάτι μαζί με επιστολή ή άλλο έγγραφο: Επισυνάπτω στην αίτησή μου και το πιστοποιητικό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐπισυνάψει — ἐπισυνάπτω join on aor subj act 3rd sg (epic) ἐπισυνάπτω join on fut ind mid 2nd sg ἐπισυνάπτω join on fut ind act 3rd sg ἐπισυνά̱ψει , ἐπισυνάπτω join on futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) ἐπισυνά̱ψει , ἐπισυνάπτω join on futperf ind act 3rd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνάψῃ — ἐπισυνάπτω join on aor subj mid 2nd sg ἐπισυνάπτω join on aor subj act 3rd sg ἐπισυνάπτω join on fut ind mid 2nd sg ἐπισυνά̱ψῃ , ἐπισυνάπτω join on futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic) ἐπισυνά̱ψῃ , ἐπισυνάπτω join on futperf ind mid 2nd sg (doric …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνημμένα — ἐπισυνάπτω join on perf part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric ionic aeolic) ἐπισυνημμένᾱ , ἐπισυνάπτω join on perf part mp fem nom/voc/acc dual (attic epic doric ionic aeolic) ἐπισυνημμένᾱ , ἐπισυνάπτω join on perf part mp fem nom/voc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνάπτῃ — ἐπισυνάπτω join on pres subj mp 2nd sg ἐπισυνάπτω join on pres ind mp 2nd sg ἐπισυνάπτω join on pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνάψαι — ἐπισυνάπτω join on perf ind mp 2nd sg (doric ionic aeolic) ἐπισυνάπτω join on aor inf act ἐπισυνάψαῑ , ἐπισυνάπτω join on aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνάψατε — ἐπισυνάπτω join on aor imperat act 2nd pl ἐπισυνά̱ψατε , ἐπισυνάπτω join on aor ind act 2nd pl (doric aeolic) ἐπισυνάπτω join on aor ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπισυνάψεις — ἐπισυνάπτω join on aor subj act 2nd sg (epic) ἐπισυνάπτω join on fut ind act 2nd sg ἐπισυνά̱ψεις , ἐπισυνάπτω join on futperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”